Οι ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες των ιατρών: Εξαρτήσεις
Το ψυχικό σθένος, για όσους επιθυμούν να ασχοληθούν με την ιατρική, γίνεται συστατικό ζωτικής σημασίας και η ψυχική ευαλωτότητα οφείλει πλέον να λογιστεί με περισσότερη σοβαρότητα και υπευθυνότητα από τα προγράμματα σπουδών των εν λόγω πανεπιστημιακών σχολών.
Από τη βιβλιογραφία καθίσταται σαφές ότι, πολλοί ιατροί οι οποίοι εμφανίζουν εξαρτητικές συμπεριφορές μετέπειτα στην καριέρα τους, έχουν ήδη εκδηλώσει σημάδια ότι διαθέτουν ευάλωτη προσωπικότητα, από όταν ήταν φοιτητές. Περίπου 1 στους 15 Βρετανούς ιατρούς, είναι πιθανό να εμφανίσει εξάρτηση από ουσίες ή αλκοόλ κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της καριέρας του.
Οι ιατροί παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών και κάνουν συχνότερα κατάχρηση ουσιών σε σχέση με άλλους επαγγελματίες αλλά και συγκριτικά με το γενικό πληθυσμό. Οι ίδιοι αναφέρουν ότι κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών σπουδών τους έκαναν χρήση αμφεταμινών ή βαρβιτουρικών, αν και γνωρίζουν καλύτερα από τους υπόλοιπους φοιτητές τις επιπτώσεις των καταχρήσεων για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Μολονότι, τα προβλήματα σχετικά με τις εξαρτήσεις εκτείνονται σε όλες τις ειδικότητες, εν τούτοις, έρευνα σε Γεωργιανούς ιατρούς, θέλει τους αναισθησιολόγους και τους οικογενειακούς ιατρούς να προηγούνται. Από την άλλη, συγκριτικές έρευνες στη Βόρεια Αμερική δείχνουν ότι οι ψυχίατροι εμφανίζουν ισχυρότερες τάσεις εξάρτησης από ουσίες. Δεν είναι λίγες οι φορές που παρασέρνουν και τις γυναίκες τους σε αυτό τον κύκλο των εξαρτητικών συμπεριφορών.
Ο αλκοολισμός πλήττει επίσης σοβαρά τους άντρες ιατρούς, και δη τους χειρούργους, και φαίνεται να συνδέεται με υψηλά επίπεδα άγχους. Ο θάνατος από κύρωση του ύπατος συμβαίνει 2,5 περισσότερο στους ιατρούς σε σχέση με το γενικό πληθυσμό. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαπίστωση ότι, η ομάδα των ιατρών διαθέτει μια πιο ισχυρή ροπή, στο να αρνείται ή να αγνοεί επανειλημμένα τη θεραπεία, σε σχέση με άλλα επαγγέλματα.
Επίσης, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι, το 54% των φοιτητών που έκαναν κατάχρηση αλκοόλ, ήταν οι περισσότερο ταλαντούχοι και καλοί φοιτητές. Οι γυναίκες ιατροί με προβλήματα αλκοολισμού, συνήθως φέρουν οικογενειακό ιστορικό με εθισμούς, ήταν άριστες ως φοιτήτριες και εμφανίζουν ροπή προς την κατάθλιψη και την αυτοκτονία.
Περεταίρω προβληματισμό θέτουν τα ευρήματα που θέλουν τις γυναίκες ιατρούς, που βρίσκονται από το μέσον της καριέρας τους και μετά, να καταναλώνουν περισσότερο αλκοόλ σε σχέση με γυναίκες που απασχολούνται σε άλλα επαγγέλματα.
Συχνά η κατανάλωση αλκοόλ είναι ο προθάλαμος για τη μετέπειτα χρήση ναρκωτικών. Σε έρευνα που έγινε σε Αυστραλιανούς ιατρούς βρέθηκε ότι την υψηλότερη κατανάλωση αλκοόλ κατείχαν άντρες γιατροί 40-49 ετών, εσωστρεφείς με νευρωτικά χαρακτηριστικά. Αλλού στη βιβλιογραφία η κατανάλωση αλκοόλ από τους ιατρούς, συναντάται στις ηλικίες 30-40 ετών, προτού, δηλαδή, εδραιωθούν επαγγελματικά, και 50-65 ετών, αφότου έχουν πια εδραιωθεί και λίγο πριν την κρίση της μέσης ηλικίας.
Οι ίδιοι αποδίδουν την υψηλή κατανάλωση αλκοόλ σε «υποβόσκουσες ψυχολογικές» δυσκολίες, σε υπερωρίες καθώς και σε προβλήματα στο γάμο τους. Επιπλέον λόγοι οι οποίοι συναντώνται, αφορούν στην εύκολη πρόσβαση σε αλκοόλ και ναρκωτικά και στη μειωμένη ικανοποίηση που προσφέρει το επάγγελμά τους.
Αν και από την πλευρά τους βιώνουν ντροπή και ενοχές αναφορικά με τους εθισμούς τους, αυτό που τους βοηθά να επιβιώνουν στη δουλειά τους είναι ένας συνδυασμός μυστικοπάθειας, άρνησης και διανοητικής ανάπτυξης (Marshall, 2008).
Η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ ή/και χρήση ουσιών είναι πολύ πιθανό να συνυπάρχουν μαζί με άγχος ή/και κατάθλιψη. Ο Jones (1967) σε σχετική έρευνα βρήκε ότι οι περισσότεροι ιατροί που ήταν χρήστες ουσιών έπασχαν από κατάθλιψη.
Αργότερα σε έρευνά του ο ίδιος σε ιατρικά αρχεία βρήκε ότι, οι μισοί σχεδόν (52%) ιατροί-ασθενείς που νοσηλεύονταν σε ψυχιατρική δομή, υπέφεραν εξαιτίας του εθισμού τους σε αλκοόλ ή/και ουσίες. Σε αντίστοιχη έρευνα σε 36 γιατρούς- ασθενείς, τα ποσοστά κατάθλιψης (80%), κατάχρησης αλκοόλ (69%) και ναρκωτικών (58%) αφορούσαν σημαντικά πάνω από τους μισούς ιατρούς-ασθενείς του δείγματος.
Γενικότερα, τα προβλήματα εξάρτησης των ειδικευόμενων ιατρών, ξεκινούν περί τα 30-40 έτη δίχως να αναζητείται θεραπεία για αυτά για τα επόμενα δύο έως τρία χρόνια (Shortt, 1979). Ακόμα, φαίνεται πως υπάρχει ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα σε αυτά και σε στοιχεία προσωπικότητας των ιατρών.
Έχει βρεθεί ότι χαρακτηριστικά όπως, εργασιομανία, ανταγωνιστικότητα, τελειομανία καθώς και ο αγώνας για την επιτυχία, είναι ικανά να ενισχύσουν τη ροπή προς την κατάχρηση αλκοόλ και ναρκωτικών. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά συναντώνται και ως προδιαθεσικοί παράγοντες για την εμφάνιση κατάθλιψης και αυτοκτονικής συμπεριφοράς (Pearson & Strecker, 1960).
Δεδομένα από την Ελλάδα
Οι Έλληνες ερευνητές μόλις τα τελευταία χρόνια άρχισαν να μελετούν την ψυχοσωματική ισορροπία των εργαζομένων στον τομέα της υγείας. Αν και οι περισσότερες έρευνες διεξήχθησαν σε νοσηλευτικό προσωπικό, όπως είναι λόγου χάρη στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Τρίπολης, στα Νοσοκομεία των νησιών του Αιγαίου, καθώς και στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών, εν τούτοις, ανέδειξαν ότι η συναισθηματική εξάντληση επηρεάζει την ποιότητα ζωής και την εργασιακή απόδοση του επαγγελματία υγείας και τόνισαν τη σημαντικότητα της διδασκαλίας τρόπων μείωσης του άγχους προκειμένου να αποφεύγεται η επαγγελματική εξουθένωση.
Τι μπορούμε να κάνουμε για να ενισχύσουμε τους ιατρούς;
Τέλος, ο προσανατολισμός της έρευνας προς τα επαγγέλματα φροντίδας (ιατροί, νοσηλευτές και λοιπά επαγγέλματα), κατά τη γνώμη μας, είναι επιτακτικός, διότι η ποιότητα της ψυχικής υγείας του ατόμου που φροντίζει, δεν μπορεί να είναι στο ίδιο ή χαμηλότερο επίπεδο, από εκείνη του ατόμου που δέχεται τη φροντίδα. Δε φαντάζει υπερβολικό να σκεφτούμε ότι ένας, λόγου χάρη, καταθλιπτικός ιατρός, μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υγεία των υπόλοιπων ασθενών του, καθώς ενδέχεται να τους συμβουλεύσει λανθασμένα.
Οι επιπτώσεις της διαταραγμένης συμπεριφοράς ενός ιατρού δεν φαίνεται να είναι ίδια, λόγου χάρη με ενός βιβλιοθηκάριου, όπου η επίπτωση της ενδεχόμενης εξουθένωσής του έχει διαφορετική βαρύτητα, από αυτή του επαγγελματία υγείας. Από την άλλη, οι ιατρικοί σύλλογοι δε φαίνεται να δρουν υποστηρικτικά, αφήνοντας τα μέλη τους εκτεθειμένα απέναντι στις αυξανόμενες απαιτήσεις του επαγγέλματος, ενισχύοντας, πιθανότατα, τη ροπή προς την κατάθλιψη και την αυτοκτονία.
Επιπλεόν, αν αναλογιστούμε τα προγράμματα σπουδών των ιατρικών σχολών ή ακόμα και τις διαδικασίες για την ανάληψη ειδικότητας, θα διαπιστώσουμε πως η ιατρική κοινότητα δεν προωθεί αρκετά τη σπουδαιότητα της ψυχικής υγείας των μελών της.
Έτσι, οποιαδήποτε προσπάθεια διερεύνησης προς αυτή την κατεύθυνση, προσδοκούμε να επιδράσει θετικά στη μείωση του στιγματισμού ενός ιατρού που μπορεί να νοσεί. Κατά επέκταση, ένας ιατρός που νοσεί, επηρεάζει άμεσα το κοινωνικό περιβάλλον του, εφόσον μειώνεται το ενδιαφέρον για την ανατροφή των παιδιών και ενισχύεται η απόσυρσή του από κάθε είδους ευθύνες και δραστηριότητες της οικογένειας.
Έτσι, λοιπόν, το ψυχικό σθένος, για όσους επιθυμούν να ασχοληθούν με την ιατρική, γίνεται συστατικό ζωτικής σημασίας και η ψυχική ευαλωτότητα οφείλει πλέον να λογιστεί με περισσότερη σοβαρότητα και υπευθυνότητα από τα προγράμματα σπουδών των εν λόγω πανεπιστημιακών σχολών.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
- Αντωνίου, Α., & Τζαβάρα, Χ. (2005). Ψυχοσωματική υγεία και εργασιακό stress των εργαζομένων
- British Medical Association (1998). The Misuse of Alcohol and Other Drugs by Doctors. Report of a Working Group. British Medical Association, 1-15.
- Jones, C. H. (1967). Narcotic addiction of physicians. Northwest Medical, 66(6), 559-564.
- Marshall, E. J. (2008). Doctors’ health and fitness to practice: treating addicted doctors. Occupational Medicine, 58, 334-340.
- Nash, L. M., Daly, M. G., Kelly, P. J., van Ekert, E. H., Walter, G., Walton, M., Willcick, S. M., & Tennant, C. C. (2010). Factors associated with psychiatric morbidity and hazardous alcohol use in Australian doctors. Medical Journal of Australia, 193(3), 161-166.
- Newbury-Birch, D. R., Walshaw, D., & Farhad, K. (2001). Drink and drugs: from medical students to doctors. Drug Alcohol Dependence, 64, 265-270.
- Παππά, Ε. Α., Αναγνωστόπουλος, Φ., & Νιάκας, Δ. (2008). Επαγγελματική εξουθένωση ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού και οι επιπτώσεις της στο επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας. Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 25(1), 94-101.
- Παρασχάκης, Α. (2009). Ψυχιατρική νοσηρότητα των ιατρών. Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 26 (1), 36-41.&;
- Σταύρου, Σ., & Αναγνωστόπουλος, Φ. (2005). Επαγγελματική εξουθένωση του προσωπικού του ΕΚΑΒ και ικανοποίηση των διακομιζόμενων ασθενών. Επιθεώρηση Υγείας, 16, 11−25.